Υπηρεσίες
Γυναικολογία - Πρόληψη
Βασικές Γυναικολογικές Εξετάσεις & Θεραπείες
Μαιευτική
Φυσιολογικός Τοκετός και Χειρουργικές μέθοδοι
Υπογονιμότητα
Διερεύνηση Υπογονιμότητας Θεραπείες Υπογονιμότητας Κατάψυξη Ωαρίων Εξειδικευμένες Γενετικές Εξετάσεις
Εξωσωματική Γονιμοποίηση
Φυσικός & Φαρμακευτικός Κύκλος
Δωρεά Ωαρίων - Δωρεά Εμβρύων - Δωρεά Σπέρματος- Παρένθετη Μητρότητα
Συνεργασία με την Νομική Σύμβουλο "Χρύσα Καραγιάννη"
Γυναικολογία - Πρόληψη
- Ετήσιος Προληπτικός Γυναικολογικός Έλεγχος
- Τεστ Παπανικολάου (Παπ-τεστ)
- Κυτταρολογία υγρής φάσης ή Thin-Prep ή Υγρό Τεστ Παπ
- Εμβόλιο HPV
- Διαταραχές Περιόδου
- Δυσμηνόρροια,
- Ενδομητρίωση
- Ινομυώματα
- Κολπίτιδα
- Κολποσκόπηση
- Κονδυλώματα
- Κυστεοκήλη
- Κύστη Ωοθήκης
- Ορθοκήλη
- Κυστίτιδα
- Πολυκυστικές Ωοθήκες
- Πολύποδες Ενδομητρίου
- Πρόπτωση Μήτρας
- Σεξουαλικώς Μεταδιδόμενα Νοσήματα
- Σύνδρομο Πολυκυστικών Ωοθηκών
- Τραχηλίτιδα
- Ουρολοίμωξη
- Ελαστογραφία
- Μαστογραφία
- Υπέρηχοι Μαστών
- Ψηλάφηση – Αυτοψηλάφηση Μαστών
Μαιευτική
- Προετοιμασία για εγκυμοσύνη & παρακολούθηση της εγκυμοσύνης
- Φυσιολογικός Τοκετός, Καισαρική, VBAC, Επισκληρίδια – Ραχιαία αναισθησία.
- Ειδική Παρακολούθηση περιπτώσεων Δίδυμης – Πολύδυμης κύησης, Προεκλαμψίας, Πρόωρων Συσπάσεων – Πρόωρου τοκετού, Σακχαρώδη Διαβήτη
Διάγνωση Γονιμότητας
Από την αρχική διερεύνηση της υπογονιμότητας, την διάγνωση και την θεραπεία, σκοπός μου είναι να σας βοηθήσω να πετύχετε τους στόχους σας, να ολοκληρώσετε την οικογένεια σας.
Η υπογονιμότητα μπορεί να οφείλεται τόσο στον άνδρα, όσο και στην γυναίκα, ή και σε συνδυασμό και των δύο. Γι’ αυτό και η προσέγγιση στην εκτίμηση της υπογονιμότητας ενσωματώνει πάντοτε και τα δύο μέλη του ζευγαριού.
Στο αρχικό ραντεβού, ο στόχος είναι να προσδιορισθεί η πιθανή αιτία της υπογονιμότητας και να δημιουργηθεί ένα αποτελεσματικό πλάνο θεραπείας. Το πρώτο βήμα είναι ένα ολοκληρωμένο ιστορικό και συμπληρώνεται από τις διαγνωστικές εξετάσεις.
Ακολουθεί μια περιγραφή των πλέον συνήθων διαγνωστικών εξετάσεων σε σχέση με τη γυναικεία και ανδρική υπογονιμότητα:
Διερεύνηση Γυναικείας Γονιμότητας
Η εκτίμηση της ωοθηκικής λειτουργίας και των αποθεμάτων ωαρίων είναι ένα πολύ σημαντικό στοιχείο στην αρχική εκτίμηση της υπογονιμότητας. Η αναγνώριση μειωμένων αποθεμάτων ωαρίων κατά την αρχική διερεύνηση της υπογονιμότητας σε μια γυναίκα, καθορίζει και την επιλογή και το είδος της θεραπείας, μια που αυτή εξατομικεύεται ανάλογα με τις ιδιαιτερότητες και τις ανάγκες του κάθε ζευγαριού και περιλαμβάνει :
- Έλεγχο των ορμονών FSH, LH και οιστραδιόλης την 2η ή 3η ημέρα της περιόδου.
- Anti-Mullerian Hormone (ΑΜΗ). Η εξέταση αυτή μπορεί να γίνει σε οποιαδήποτε ημέρα του κύκλου.
- Υπερηχογραφικό έλεγχο των ωοθηκών για μέτρηση των ωοθυλακίων διαμέτρου 2 -10 mm (AFC) και του όγκου των ωοθηκών.
Εάν υπάρχουν ενδείξεις πρόωρης ωοθηκικής ανεπάρκειας συνιστώνται επιπρόσθετα και γενετικές εξετάσεις.
Έλεγχος των ορμονών που επηρεάζουν την αναπαραγωγική λειτουργία όπως εξετάσεις του θυρεοειδούς ή της προλακτίνης περιλαμβάνονται επίσης στην αρχική διερεύνηση.
- Ο υπερηχογραφικός έλεγχος της μήτρας μας δίνει πληροφορίες για το μέγεθος και την υφή της μήτρας.
- Η υστεροσαλπιγγογραφία είναι η εξέταση που γίνεται συνήθως σαν πρώτο βήμα στην εκτίμηση της διαβατότητας των σαλπίγγων. Η εξέταση αυτή δίνει επίσης μια πιο λεπτομερή εικόνα της ενδομήτριας κοιλότητας και γίνεται στο πρώτο μισό του κύκλου, συνήθως από την 8η μέχρι την 12η ημέρα.
- Saline-Infusion Sonography (SIS) είναι μία καινούργια τεχνική υπερήχου και μας επιτρέπει να δούμε και να διαγνώσουμε επακριβώς εάν υπάρχουν πολύποδες ή ινομυώματα που προβάλλουν μέσα στην ενδομήτρια κοιλότητα.
- Υστεροσκόπηση ή Λαπαροσκόπηση. Εφόσον ενδείκνυται, παρέχει το πλεονέκτημα ότι μπορούμε να δούμε απευθείας την ανατομία της ενδομήτριας κοιλότητας, ή των σαλπίγγων καθώς και των υπολοίπων οργάνων της πυέλου.
Θεραπείες υποβοηθούμενης αναπαραγωγής
Η παρακολούθηση της ωορρηξίας στον κύκλο της γυναίκας γίνεται με υπερηχογραφήματα και μετρήσεις των ορμονών οιστραδιόλης (Ε2) και LH στο αίμα, ούτως ώστε να μπορεί να εντοπιστεί με μεγάλη ακρίβεια η ημέρα της ωορρηξίας.
Επομένως γίνεται από το ζευγάρι προγραμματισμένη συνουσία ακριβώς την ημέρα που η γυναίκα κάνει ωορρηξία.
Είναι μια απλή θεραπεία της Υποβοηθούμενης Αναπαραγωγής, που εφαρμόζεται σε ζευγάρια με ανεξήγητη υπογονιμότητα. Διακρίνεται σε ομόλογη όταν χρησιμοποιείται σπέρμα του συζύγου ή συντρόφου και σε ετερόλογη όταν χρησιμοποιείται σπέρμα τρίτου δότη.
- Ομόλογη Σπερματέγχυση
Απαραίτητες προϋποθέσεις για να δώσει η θεραπεία της Σπερματέγχυσης καλά ποσοστά επίτευξης εγκυμοσύνης, είναι να έχει η γυναίκα υγιείς και βατές σάλπιγγες και το σπέρμα του συζύγου/συντρόφου να έχει αρκετά καλές παραμέτρους.
Η σπερματέγχυση μπορεί να γίνει στον φυσικό κύκλο της γυναίκας, ωστόσο προκειμένου να αυξήσουμε τα ποσοστά επιτυχίας, προκαλούμε ήπια φαρμακευτική διέγερση των ωοθηκών, με στόχο να παραχθούν 2 με 3 ωοθυλάκια.
Η παρακολούθηση του κύκλου γίνεται με υπερηχογραφήματα και με μετρήσεις των ορμονών οιστραδιόλης και LH στο αίμα. Με τον τρόπο αυτόν παρακολουθούμε τη σωστή ανάπτυξη των ωοθυλακίων.
Την ημέρα της ωορρηξίας, η οποία είτε εντοπίζεται επακριβώς με έλεγχο των ενδογενών ορμονών, είτε προκαλείται φαρμακευτικά, γίνεται ειδική επεξεργασία του σπέρματος και κατόπιν τοποθετείται μέσα στην μήτρα με έναν λεπτό, εύκαμπτο καθετήρα. Έτσι αυξάνονται οι πιθανότητες το σπέρμα να φτάσει στις σάλπιγγες, όπου γίνεται φυσιολογικά η γονιμοποίηση του ωαρίου.
Στατιστικά η θεραπεία με ενδομήτρια σπερματέγχυση έχει καλύτερα αποτελέσματα όταν η γυναίκα είναι κάτω από 38 ετών.
- Ετερόλογη Σπερματέγχυση
Όταν ο σύζυγος / σύντροφος δεν μπορεί να παράγει καθόλου σπέρμα, τότε χρησιμοποιείται σπέρμα από δότη.
Η θεραπεία της ετερόλογης σπερματέγχυσης, στη γυναίκα, γίνεται ακριβώς με τον ίδιο τρόπο, όπως και στην ομόλογη σπερματέγχυση.
Την ημέρα που προκαλείται η ωορρηξία, αποψύχονται από την τράπεζα σπέρματος 1 με 2 αμπούλες κατεψυγμένο σπέρμα που έχει προέλθει από δωρεά, και τοποθετείται απ’ ευθείας στη μήτρα.
Δείτε επίσης: Δωρεά Σπέρματος & Νομικό Πλάισιο
Η θεραπεία αυτή χρησιμοποιείται σε γυναίκες στις οποίες αντενδείκνυται η χρήση των φαρμάκων που προκαλούν διέγερση των ωοθηκών, όπως π.χ. όταν οι ωοθήκες δεν ανταποκρίνονται στα φάρμακα αυτά και συνεπώς δεν μπορούν να παράγουν ωάρια.
Ένας άλλος λόγος είναι όταν αντενδείκνυται η αύξηση της οιστραδιόλης, όπως π.χ. εάν υπάρχει ιστορικό καρκίνου του μαστού. Οιστραδιόλη είναι η ορμόνη που παράγεται από τα ωοθυλάκια. Με την χορήγηση των φαρμάκων (FSH) προκαλείται ανάπτυξη πολλαπλών ωοθυλακίων. Σαν αποτέλεσμα αυξάνονται αθροιστικά τα επίπεδα της οιστραδιόλης στον οργανισμό. Όταν αυτό θέλουμε να αποφευχθεί, τότε κάνουμε την θεραπεία της εξωσωματικής στον φυσικό κύκλο της γυναίκας.
Παρακολουθείται η ανάπτυξη του ωοθυλακίου που παράγει η γυναίκα στη διάρκεια του φυσικού της κύκλου με υπερηχογραφήματα και εξετάσεις αίματος.
Στην διαδικασία της ωοληψίας, παίρνουμε το ένα ωάριο που παράγεται φυσιολογικά και το γονιμοποιούμε με το σπέρμα του συζύγου.
Το έμβρυο που προκύπτει το τοποθετούμε στη μήτρα, ακριβώς όπως γίνεται η εμβρυομεταφορά στον φαρμακευτικό κύκλο.
Την ημέρα της ωοληψίας, ο σύζυγος/σύντροφος δίνει το σπέρμα, το οποίο θα γονιμοποιήσει τα ωάρια.
Κλασσική IVF
Στη απλή γονιμοποίηση τα ωάρια τοποθετούνται μαζί με το σπέρμα – το οποίο έχει υποστεί προετοιμασία – στα τρυβλία όπου παραμένουν για 16 με 20 ώρες σε ελεγχόμενες συνθήκες εργαστηρίου – κλιβάνους – για να επιτευχθεί η γονιμοποίηση.
Μικρογονιμοποίηση – ICSI (intracytoplasmic sperm injection)
H μικρογονιμοποίηση – συχνά αναφέρεται με τα αρχικά ICSI – αναπτύχθηκε το 1992. Είναι μία τεχνική που γίνεται στο εργαστήριο και αποτελεί πλέον μέρος της θεραπείας της εξωσωματικής γονιμοποίησης. Ένα μορφολογικά φυσιολογικό σπερματοζωάριο εισάγεται απευθείας στο κυτταρόπλασμα ενός ώριμου ωαρίου διαπερνώντας με αυτόν τον τρόπο, τη διαφανή ζώνη και την κυτταρική μεμβράνη του ωαρίου.
Ενδείξεις για χρήση μικρογονιμοποίησης
- Χαμηλός αριθμός σπερματοζωαρίων ανά ml (ολιγοσπερμία)
- Χαμηλή κινητικότητα του σπέρματος (ασθενοσπερμία)
- Υψηλό ποσοστό σπερματοζωαρίων που εμφανίζουν παθολογική μορφολογία (τερατοσπερμία)
- Σπερματοζωάρια που έχουν ληφθεί με χειρουργική τεχνική
- Προβλήματα στην ένωση ή προβλήματα διείσδυσης του σπερματοζωαρίου στο ωάριο
- Ιστορικό αποτυχίας γονιμοποίησης ή χαμηλή γονιμοποίηση σε προηγούμενη προσπάθεια εξωσωματικής γονιμοποίησης
- Ανεξήγητη υπογονιμότητα
- Κατεψυγμένο σπέρμα σε μικρή ποσότητα
- Όταν πρόκειται να ακολουθήσει Προεμφυτευτική Γενετική Διάγνωση Εμβρύου
Βλαστοκύστη είναι το έμβρυο που έχει συνεχίσει τις κυτταρικές διαιρέσεις του και έχει φτάσει στην 5η ημέρα της ανάπτυξής του. Στο στάδιο αυτό, έχει 50 με 200 κύτταρα, διογκώνεται και αυξάνεται σε μέγεθος, σχηματίζει στο εσωτερικό του μια κοιλότητα και είναι έτοιμο να εκκολαφθεί από την διαφανή ζώνη και να εμφυτευτεί.
Τα πλεονεκτήματα της καλλιέργειας των εμβρύων μέχρι το στάδιο της βλαστοκύστης είναι:
- την 5η ημέρα υπάρχει καλύτερος συγχρονισμός μεταξύ του ενδομητρίου και των εμβρύων
- το ενδομήτριο με την επίδραση της προγεστερόνης παρουσιάζει λιγότερες συσπάσεις
- τα έμβρυα που έχουν συνεχίσει την ανάπτυξή τους μέχρι το στάδιο της βλαστοκύστης έχουν αποδείξει ότι έχουν καλύτερο δυναμικό ανάπτυξης και επομένως με αυτόν τον τρόπο είναι δυνατόν να επιλεχθούν τα καλύτερα από τα έμβρυα για εμβρυομεταφορά.
- Ενδεχομένως όλα τα έμβρυα δεν θα συνεχίσουν την ανάπτυξή τους μέχρι το στάδιο της βλαστοκύστης όταν βρίσκονται εκτός του σώματος της γυναίκας, επομένως κάποια έμβρυα θα αναπτυχθούν καλύτερα εάν μεταφερθούν στη μήτρα σε πιο σύντομο χρονικό διάστημα.
- Κατάψυξη εμβρύων στο στάδιο αυτό, γίνεται σε μικρότερο αριθμό εμβρύων.
Στις περιπτώσεις στις οποίες ο άνδρας έχει πλήρη απουσία σπερματοζωαρίων κατά την εκσπερμάτιση (αζωοσπερμία), τα σπερματοζωάρια μπορεί να ληφθούν από την επιδιδυμίδα ή από τους όρχεις με χειρουργική επέμβαση από ουρολόγο.
Η λήψη των σπερματοζωαρίων γίνεται απ’ ευθείας, είτε με αναρρόφηση με βελόνα (FNA), είτε με βιοψία κατά την οποία παίρνονται μικρά τεμάχια ορχικού ιστού.
Η αζωοσπερμία, δηλαδή η απουσία σπερματοζωαρίων από το σπέρμα, διακρίνεται σε αποφρακτική και μη αποφρακτική αζωοσπερμία.
Αποφρακτική Αζωοσπερμία
Υπάρχει έλλειψη σπερματοζωαρίων από το σπέρμα, αλλά η παραγωγή σπερματοζωαρίων από τους όρχεις είναι κανονική. Στην περίπτωση αυτήν τα σπερματοζωάρια δεν εμφανίζονται στο σπέρμα λόγω απόφραξης των σπερματικών πόρων ή ακόμα και σε συγγενή έλλειψη αυτών.
Μη Αποφρακτική Αζωοσπερμία
Στην περίπτωση αυτήν η έλλειψη σπερματοζωαρίων οφείλεται σε αδυναμία παραγωγής τους από τους όρχεις. Σε ένα ποσοστό 50% από τους άνδρες που έχουν μη αποφρακτική αζωοσπερμία, μπορεί να υπάρχουν κάποιες περιοχές στον όρχι, που παράγουν σπερματοζωάρια, τα οποία όμως δεν εμφανίζονται στο σπέρμα που λαμβάνεται κατά την εκσπερμάτιση, αν και δεν υπάρχει απόφραξη των σπερματικών πόρων. Σε αυτές τις περιπτώσεις, με τη βιοψία που λαμβάνεται απευθείας από τους όρχεις, μπορεί να βρεθούν σπερματοζωάρια και να χρησιμοποιηθούν για την γονιμοποίηση των ωαρίων.
Τα σπερματοζωάρια που λαμβάνονται με αυτόν τον τρόπο, έχουν πολύ χαμηλή κινητικότητα και γι’ αυτό πάντα γίνεται και μικρογονιμοποίηση (ICSI).
Ο ορχικός ιστός μπορεί να καταψυχθεί και να αποθηκευτεί για να χρησιμοποιηθεί και σε επόμενους κύκλους θεραπείας.
Η κατάψυξη σπέρματος και ορχικού ιστού δίνει την δυνατότητα της αποθήκευσης και χρήσης αυτών σε μελλοντική θεραπεία εξωσωματικής γονιμοποίησης.
ΕΝΔΕΙΞΕΙΣ
Όταν ο αριθμός των σπερματοζωαρίων στο σπέρμα είναι πολύ μικρός και ενδέχεται να μηδενιστεί στο μέλλον, ο άνδρας έχει τη δυνατότητα να αποθηκεύσει το γενετικό του υλικό.
Σε κάποιες περιπτώσεις, άνδρες σε αναπαραγωγική ηλικία, χρειάζεται να υποβληθούν σε θεραπείες, οι οποίες ενδεχομένως να προκαλέσουν βλάβη στην σπερματογένεση, όπως οι χημειοθεραπείες. Στις περιπτώσεις αυτές το σπέρμα τους μπορεί να καταψυχθεί πριν υποβληθούν στις θεραπείες αυτές.
Από το 1983, που γεννήθηκε το πρώτο μωρό από κατάψυξη εμβρύων, η κρυοσυντήρηση των εμβρύων αποτελεί μέρος της Υποβοηθούμενης Αναπαραγωγής.
Επειδή υπάρχει η δυνατότητα κατάψυξης και αποθήκευσης των εμβρύων, αυξάνονται οι δυνατότητες σύλληψης από τη θεραπεία της εξωσωματικής γονιμοποίησης, ενώ συγχρόνως μειώνεται η μη χρησιμοποίηση και η απώλεια των εμβρύων που έχουν δημιουργηθεί από τη θεραπεία αυτήν.
Τα έμβρυα που έχουν καταψυχθεί και αποθηκευτεί, μπορεί να χρησιμοποιηθούν σε έναν άλλο κύκλο θεραπείας.
Από τα έμβρυα όμως, που υπόκεινται στην διαδικασία της κατάψυξης – στους –196οC – υπάρχει το ενδεχόμενο να μην επιβιώσουν όλα. Στατιστικά περίπου το 80% των εμβρύων επιβιώνουν από αυτήν τη διαδικασία της κατάψυξης και απόψυξης.
Τα τελευταία χρόνια, για διαφόρους λόγους, κυρίως κοινωνικούς, οι γυναίκες, καθυστερούν να αποκτήσουν παιδιά. Η γονιμότητα όμως, είναι άμεσα συνυφασμένη με την ηλικία της γυναίκας. Και ενώ στις ηλικίες μεταξύ 20 και 28 χρονών, η γονιμότητα είναι μεγαλύτερη, στην ηλικία των 35 χρονών, οι πιθανότητες σύλληψης ανά μήνα, μειώνονται στο μισό και στην ηλικία των 40, μειώνονται ακόμα περισσότερο. Πολύ σημαντικό είναι ότι η κρυοσυντήρηση των ωαρίων προσφέρει την ευκαιρία της συντήρησης των ωαρίων στην ηλικία της γυναίκας κατά την οποία κρυοσυντηρήθηκαν. Ενώ δηλαδή η χρονολογική ηλικία της γυναίκας όταν αυτή η γυναίκα θελήσει να τα χρησιμοποιήσει και να αποκτήσει παιδάκι θα έχει αυξηθεί, η βιολογική ηλικία των ωαρίων θα έχει παραμείνει όπως όταν κρυοσυντηρήθηκαν.
Επίσης, η τεχνική αυτή μπορεί να βοηθήσει και τις γυναίκες στην συντήρηση της γονιμότητάς τους όταν οι γυναίκες αυτές πρόκειται να υποβληθούν σε κάποια από τις θεραπείες, οι οποίες συνήθως προκαλούν καταστροφή των ωοθυλακίων και των ωαρίων στις ωοθήκες τους, όπως είναι οι ακτινοθεραπείας ή η χρήση φαρμάκων χημειοθεραπείας.
Μια γυναίκα κυοφορεί και γεννά, ύστερα από εξωσωματική γονιμοποίηση και μεταφορά γονιμοποιημένων ωαρίων (εμβρύων) – ξένα προς την ίδια για λογαριασμό μιας άλλης γυναίκας, η οποία επιθυμεί να αποκτήσει παιδί, αλλά αδυνατεί να το κυοφορήσει η ίδια για ιατρικούς λόγους. Η γυναίκα που κυοφορεί και γεννά, ονομάζεται «κυοφόρος μητέρα» και η δεύτερη «γενετική μητέρα». Παρένθετη μητρότητα επιτρέπεται με δικαστική άδεια που παρέχεται πριν από τη μεταφορά των εμβρύων. Η δικαστική άδεια παρέχεται ύστερα από αίτηση της γυναίκας που επιθυμεί να αποκτήσει ένα παιδί, εφόσον αποδεικνύεται ότι αυτή είναι ιατρικώς αδύνατο να κυοφορήσει.
Δείτε επίσης:
Νομικό πλαίσιο – Παρένθετη μητρότητα
Εξειδικευμένες γενετικές εξετάσεις
Το PGD είναι δυνατόν να γίνει σε ένα από τα 3 στάδια της ανάπτυξης:
- Βιοψία βλαστομεριδίων του εμβρύου
Γίνεται αφαίρεση 1 ή 2 κυττάρων (βλαστομεριδίων) από το έμβρυο που βρίσκεται στο στάδιο των 6-8 κυττάρων, την 3η ημέρα της ανάπτυξής τους - Βιοψία κυττάρων από την τροφοβλάστη όταν το έμβρυο βρίσκεται στο στάδιο της βλαστοκύστης.
- Βιοψία πολικού σωματίου του ωαρίου
Με την αφαίρεση του πρώτου ή του δεύτερου πολικού σωματίου ή και των δύο, γίνεται διάγνωση των χρωμοσωμάτων του ωαρίου πριν τη γονιμοποίηση
- Βιοψία βλαστομεριδίων του εμβρύου
Ενώ η βιοψία πολικών σωματίων αποτελεί έναν έμμεσο τρόπο γενετικού ελέγχου των χρωμοσωμάτων του ωαρίου, η βιοψία των εμβρύων, ανιχνεύει γενετικές ανωμαλίες που προέρχονται τόσο από την μητέρα όσο και από τον πατέρα.
Το γενετικό υλικό των κυττάρων που έχει παρθεί από τα ωάρια ή τα έμβρυα, ελέγχεται για την ύπαρξη γενετικών ανωμαλιών.
Ανάλογα με το είδος της διάγνωσης που απαιτείται, εφαρμόζεται και η αντίστοιχη τεχνική.
Comprehesive Chromosome Screening
Σήμερα πλέον, καινούριες τεχνικές περιλαμβάνουν την ανάλυση του συνόλου των χρωμοσωμάτων, και δίνουν πολύ υψηλά ποσοστά εμφύτευσης των εμβρύων. Με την τεχνική αυτή μπορεί να επιλεγούν για να μεταφερθούν, τα πιο υγιή έμβρυα από την ομάδα.
Η τεχνική αυτή δεν ενδείκνυται για όλα τα ζευγάρια. Ωστόσο, μπορούν να ωφεληθούν από την τεχνική Comprehesive Chromosome Screening:
- Γυναίκες ηλικίας πάνω από 35 ετών.
Είναι γνωστό ότι τα έμβρυα από γυναίκες μεγαλύτερης ηλικίας, παρουσιάζουν υψηλότερα ποσοστά χρωμοσωμικών ανωμαλιών. Πιστεύεται ότι τις περισσότερες φορές εμβρυικοί παράγοντες είναι υπεύθυνοι για το ότι τα έμβρυα δεν εμφυτεύονται και δεν δίνουν εγκυμοσύνη. Και όσο αυξάνεται η ηλικία της γυναίκας, τόσο αυξάνεται και ο αριθμός των εμβρύων που έχουν χρωμοσωμικές ανωμαλίες. Μελέτες δείχνουν ότι 20% των εμβρύων σε γυναίκες 35 – 39 ετών έχουν χρωμοσωμικές ανωμαλίες. Το ποσοστό αυτό αυξάνεται πάνω από 50% όταν οι γυναίκες είναι 40 ετών και πάνω. Τα έμβρυα αυτά, είτε δεν θα εμφυτευτούν καθόλου λόγω των χρωμοσωμικών ανωμαλιών είτε θα καταλήξουν σε αποβολή. - Γυναίκες με ιστορικό καθ’ έξιν αποβολών.
- Όταν η υπογονιμότητα οφείλεται σε σοβαρό ανδρικό παράγοντα, όπου υπάρχουν πολύ χαμηλές παράμετροι σπέρματος.
- Όταν υπάρχουν πολλαπλές προηγούμενες αποτυχημένες προσπάθειες εμφύτευσης σε θεραπεία εξωσωματικής γονιμοποίησης.
Με αυτήν την τεχνική είναι δυνατόν να επιτευχθεί ο πολλαπλασιασμός αντιγράφων συγκεκριμένων περιοχών του DNA και χρησιμοποιείται για ανίχνευση μεταλλάξεων ενός συγκεκριμένου γονιδίου.
FISH – Flurorescence in-situ hybridization (επιτόπιος φθορίζων υβριδισμός)
Είναι η ανάλυση χρωμοσωμάτων στα έμβρυα, πριν από τη μεταφορά τους στη μήτρα. Το PGS αναπτύχθηκε για να βελτιώσει την επιλογή εμβρύων στα ζευγάρια που λόγω υπογονιμότητας, κάνουν θεραπεία εξωσωματικής γονιμοποίησης, πιστεύοντας ότι εάν μπορεί να καθοριστεί η γενετική κατάσταση των εμβρύων, θα οδηγήσει σε υψηλότερο ποσοστό εμφύτευσης ανά έμβρυο και θα βοηθήσει στο να αυξηθούν τα ποσοστά εγκυμοσύνης.
Μέχρι σήμερα, τα έμβρυα που επιλέγονται για να μεταφερθούν κατά τη θεραπεία της εξωσωματικής γονιμοποίησης, επιλέγονται βάσει της μορφολογίας τους. Δυστυχώς όμως, η μορφολογία των εμβρύων δεν μπορεί να δείξει πόσο υγιή είναι αυτά τα έμβρυα. Με τον Προεμφυτευτικό Γενετικό έλεγχο μεταφέρονται τα έμβρυα που έχουν ομαλό αριθμό χρωμοσωμάτων. Τα έμβρυα αυτά έχουν υψηλότερο ποσοστό εμφύτευσης, χαμηλότερο αριθμό αποβολών και η εγκυμοσύνη έχει υψηλότερα ποσοστά να φτάσει μέχρι το τέλος και να γεννηθεί ένα υγιές μωρό.
Η απόπτωση – ο προγραμματισμένος κυτταρικός θάνατος των σπερματοζωαρίων – χαρακτηρίζεται από θρυμματισμό του DNA των σπερματοζωαρίων. Υψηλά ποσοστά θρυμματισμών του DNA επηρεάζουν την εξέλιξη των εμβρύων και σχετίζονται με μειωμένες πιθανότητες επιτυχίας, διότι τα έμβρυα αυτά, δεν μπορούν να εξελιχτούν και να δώσουν ένα υγιές μωρό.
Δείγματα στα οποία μόνον έως 15% των σπερματοζωαρίων έχουν θρυμματισμένο DNA, θεωρούνται ότι έχουν υψηλό δυναμικό να σχηματίσουν βιώσιμα έμβρυα, οι πιθανότητες ωστόσο μειώνονται, όταν τα ποσοστά των θρυμματισμών του DNA των σπερματοζωαρίων αυξάνονται. Υψηλά ποσοστά θρυματισμένου DNA – >29% – επηρεάζουν την ποιότητα και την εξέλιξη των εμβρύων.
Είναι η γενετική εξέταση είτε του εμβρύου, είτε του πολικού σωματίου του ωαρίου, με σκοπό τη διάγνωση καθορισμένων γενετικών και χρωμοσωμικών ανωμαλιών πριν από τη μεταφορά τους στη μήτρα. Η Προεμφυτευτική Γενετική Διάγνωση (PGD) προτείνεται όταν στο ζευγάρι υπάρχει κάποια κληρονομική ασθένεια ή όταν είναι φορείς γενετικών ανωμαλιών. Η Προ-εμφυτευτική Γενετική Διάγνωση αποτελεί την εναλλακτική λύση στον προγεννητικό έλεγχο, ώστε να αποτραπεί η μετάδοση γενετικών ανωμαλιών στα παιδιά τους και συνδυάζεται απαραίτητα με θεραπεία εξωσωματικής γονιμοποίησης, ώστε να δημιουργηθούν στο εργαστήριο έμβρυα στα οποία γίνεται γενετικός έλεγχος.
Ιστορία της Προ-εμφυτευτικής Γενετικής Διάγνωσης
Η πρώτη επιτυχής Προεμφυτευτική Γενετική Διάγνωση και βιοψία εμβρύου, έγινε στο νοσοκομείο Hammersmith του Λονδίνου το 1990 από τον Alan Handyside και Robert Winston, για τον προσδιορισμό του φύλου των εμβρύων, ώστε να αποφευχθεί η μετάδοση φυλοσύνδετων γενετικών ανωμαλιών.
Από τότε χιλιάδες ζευγάρια σε όλον τον κόσμο, παρόλο που φέρουν γενετικές ανωμαλίες, είναι σε θέση να αποκτήσουν ένα υγιές μωρό.
- Καρυότυπος περιφερικού αίματος
- Ανάλυση μεταλλάξεων κυστικής ίνωσης
- Ανίχνευση μικροελλείψεων στο χρωμόσωμα Υ
Εξωσωματική Γονιμοποίηση
Σε Φυσικό Κύκλο
Η θεραπεία αυτή χρησιμοποιείται σε γυναίκες στις οποίες αντενδείκνυται η χρήση των φαρμάκων που προκαλούν διέγερση των ωοθηκών, όπως π.χ. όταν οι ωοθήκες δεν ανταποκρίνονται στα φάρμακα αυτά και συνεπώς δεν μπορούν να παράγουν ωάρια.Ένας άλλος λόγος είναι όταν αντενδείκνυται η αύξηση της οιστραδιόλης, όπως π.χ. εάν υπάρχει ιστορικό καρκίνου του μαστού. Οιστραδιόλη είναι η ορμόνη που παράγεται από τα ωοθυλάκια. Με την χορήγηση των φαρμάκων (FSH) προκαλείται ανάπτυξη πολλαπλών ωοθυλακίων. Σαν αποτέλεσμα αυξάνονται αθροιστικά τα επίπεδα της οιστραδιόλης στον οργανισμό. Όταν αυτό θέλουμε να αποφευχθεί, τότε κάνουμε την θεραπεία της εξωσωματικής στον φυσικό κύκλο της γυναίκας.
Παρακολουθείται η ανάπτυξη του ωοθυλακίου που παράγει η γυναίκα στη διάρκεια του φυσικού της κύκλου με υπερηχογραφήματα και εξετάσεις αίματος.
Στην διαδικασία της ωοληψίας, παίρνουμε το ένα ωάριο που παράγεται φυσιολογικά και το γονιμοποιούμε με το σπέρμα του συζύγου.
Το έμβρυο που προκύπτει το τοποθετούμε στη μήτρα, ακριβώς όπως γίνεται η εμβρυομεταφορά στον φαρμακευτικό κύκλο.
Σε Φαρμακευτικό Κύκλο
Η διαδικασία γίνεται με την χορήγηση ελαφριάς νάρκωσης ενδοφλεβίως, ώστε να είναι τελείως ανώδυνη.
Η λήψη των ωαρίων γίνεται διακολπικά με υπερηχογραφικό έλεγχο. Διαρκεί ανάλογα με τον αριθμό των ωοθυλακίων, από 10 έως 20 λεπτά.
Την ημέρα της ωοληψίας, ο σύζυγος/σύντροφος δίνει το σπέρμα, το οποίο θα γονιμοποιήσει τα ωάρια.
Μετά την ωοληψία η γυναίκα κάθεται περίπου 1 ώρα στην κλινική και κατόπιν μπορεί να επιστρέψει στο σπίτι της.
Γονιμοποίηση είναι μια σειρά από διαδικασίες που αρχίζουν με την είσοδο του σπερματοζωαρίου στο ωάριο. Η ενεργοποίηση του ωαρίου, η ολοκλήρωση της Μετάφασης ΙΙ, η έξοδος του 2ου πολικού σωματίου και η συγχώνευση ωαρίου-σπερματοζωαρίου, οδηγούν στον σχηματισμό των προπυρήνων που περιέχουν το γενετικό υλικό από τον πατέρα και από την μητέρα, 23 χρωμοσώματα από τον κάθε ένα. Η γονιμοποίηση ολοκληρώνεται με τη σύντηξη των 2 προπυρήνων, αποκαθιστώντας έτσι τον φυσιολογικό αριθμό χρωμοσωμάτων του εμβρύου, δηλαδή 46 χρωμοσώματα.
Αμέσως μετά τη λήψη, γίνεται η αξιολόγηση και η ετοιμασία των ωαρίων για την γονιμοποίηση. Στο εργαστήριο είναι δυνατόν να γίνει μόνον το αρχικό στάδιο της διαδικασίας της γονιμοποίησης. Η ολοκλήρωση της διαδικασίας της γονιμοποίησης γίνεται από το ωάριο και το σπερματοζωάριο μέσα σε ειδικούς κλιβάνους, κάτω από απόλυτα ελεγχόμενες συνθήκες.
Κλασική IVF
Στην απλή γονιμοποίηση τα ωάρια τοποθετούνται μαζί με το σπέρμα – το οποίο έχει υποστεί προετοιμασία – στα τρυβλία όπου παραμένουν για 16 με 20 ώρες σε ελεγχόμενες συνθήκες εργαστηρίου – κλιβάνους – για να επιτευχθεί η γονιμοποίηση.Μικρογονιμοποίηση – ICSI (intracytoplasmic sperm injection)
H μικρογονιμοποίηση – συχνά αναφέρεται με τα αρχικά ICSI – αναπτύχθηκε το 1992. Είναι μία τεχνική που γίνεται στο εργαστήριο και αποτελεί πλέον μέρος της θεραπείας της εξωσωματικής γονιμοποίησης. Ένα μορφολογικά φυσιολογικό σπερματοζωάριο εισάγεται απευθείας στο κυτταρόπλασμα ενός ώριμου ωαρίου διαπερνώντας με αυτόν τον τρόπο, τη διαφανή ζώνη και την κυτταρική μεμβράνη του ωαρίου.
- Χαμηλός αριθμός σπερματοζωαρίων ανά ml (ολιγοσπερμία)
- Χαμηλή κινητικότητα του σπέρματος (ασθενοσπερμία)
- Υψηλό ποσοστό σπερματοζωαρίων που εμφανίζουν παθολογική μορφολογία (τερατοσπερμία)
- Σπερματοζωάρια που έχουν ληφθεί με χειρουργική τεχνική
- Προβλήματα στην ένωση ή προβλήματα διείσδυσης του σπερματοζωαρίου στο ωάριο.
- Ιστορικό αποτυχίας γονιμοποίησης ή χαμηλή γονιμοποίηση σε προηγούμενη προσπάθεια εξωσωματικής γονιμοποίησης.
- Ανεξήγητη υπογονιμότητα
- Κατεψυγμένο σπέρμα σε μικρή ποσότητα
- Όταν πρόκειται να ακολουθήσει Προεμφυτευτική Γενετική Διάγνωση Εμβρύου.
Τα έμβρυα τοποθετούνται με ένα λεπτό και εύκαμπτο καθετήρα, μέσω του τραχήλου, στην μήτρα.
Γίνεται με υπερηχογραφικό έλεγχο, ώστε να εντοπιστεί το καλύτερο σημείο για την τοποθέτησή τους.
14 ημέρες μετά την ωοληψία, γίνεται το τεστ εγκυμοσύνης (ανίχνευση της χοριακής γοναδοτροπίνης στο αίμα).
Δωρεά Ωαρίων
Δωρεά Σπέρματος
Οι τεχνικές της Υποβοηθούμενης Αναπαραγωγής έκαναν το όνειρο πολλών ζευγαριών πραγματικότητα. Ακόμα και όταν μια γυναίκα δεν μπορεί να παράγει δικά της ωάρια, μπορεί να πετύχει την εγκυμοσύνη μέσω εξωσωματικής γονιμοποίησης με δωρεά ωαρίων.
Με αυτήν τη θεραπεία, δίνεται η ελπίδα σε γυναίκες που δεν έχουν τη δυνατότητα να αποκτήσουν ένα παιδί όπως:
- Σε γυναίκες των οποίων οι ωοθήκες σταμάτησαν να λειτουργούν πρόωρα, μια κατάσταση που ονομάζεται πρόωρη ωοθηκική ανεπάρκεια. Πολλές φορές η αιτία δεν είναι γνωστή, αλλά σε κάποιες περιπτώσεις μπορεί να οφείλεται σε χειρουργική επέμβαση των ωοθηκών, έκθεση σε φάρμακα χημειοθεραπείας, έκθεση σε ραδιοθεραπεία ή σε αυτοάνοσα νοσήματα.
- Σε γυναίκες των οποίων οι ωοθήκες δεν λειτουργούν εκ γενετής και δεν παράγουν ωάρια.
- Σε γυναίκες που δεν έχουν καλής ποιότητας ωάρια και συνεπώς τα ωάριά τους δεν μπορούν να υποστηρίξουν την εγκυμοσύνη ή γυναίκες που δεν ανταποκρίνονται στα φάρμακα της θεραπείας.
- Σε γυναίκες οι οποίες φέρουν γενετικές ανωμαλίες στα χρωμοσώματά τους, οι οποίες δεν πρέπει να μεταδοθούν στο παιδί τους.
Ολες αυτές οι γυναίκες, εφόσον έχουν φυσιολογική μήτρα, μπορούν να συλλάβουν με δωρεά ωαρίων.
Σύμφωνα με τον σχετικό νόμο, οι δότριες είναι γυναίκες κάτω των 34 ετών, που μπαίνουν στη διαδικασία να δωρίσουν τα ωάριά τους είτε ανώνυμα είτε επώνυμα και χωρίς αντάλλαγμα ( επισημαίνεται πως επιτρέπεται και η δωρεά μεταξύ αδελφών ) . Ελέγχονται κλινικά και ψυχολογικά, υποβάλλονται σε όλες τις προαπαιτούμενες εξετάσεις και λαμβάνουν αποζημίωση για τη σωματική τους καταπόνηση ακριβώς όπως ορίζει ο νόμος.
Γίνεται η κάθε προσπάθεια ώστε να ταιριάζουν τα φαινοτυπικά χαρακτηριστικά και η ομάδα αίματος της δότριας με αυτά της γυναίκας που θα πάρει τα ωάρια (λήπτρια).
Για να γίνει η θεραπεία, πρέπει να συγχρονιστούν οι κύκλοι των δύο γυναικών, πράγμα που επιτυγχάνεται με την χορήγηση φαρμάκων. Γοναδοτροπίνες, τα φάρμακα που χρησιμοποιούνται στην εξωσωματική γονιμοποίηση, χορηγούνται στη δότρια, ενώ συγχρόνως η λήπτρια παίρνει θεραπεία, ώστε η μήτρα της να προετοιμαστεί για να δεχτεί την εγκυμοσύνη. Όταν τα ωάρια είναι έτοιμα, γίνεται η λήψη τους, ακριβώς όπως και στην κλασική εξωσωματική.
Τα ωάρια γονιμοποιούνται στο εργαστήριο – εξωσωματικά – με το σπέρμα του συζύγου ή του μόνιμου συντρόφου της γυναίκας που θέλει να αποκτήσει το παιδάκι και τα γονιμοποιημένα ωάρια – τα έμβρυα που προκύπτουν από την θεραπεία, εμφυτεύονται δύο με τρεις ημέρες μετά τη λήψη στη μήτρα της γυναίκας (της λήπτριας), που γεννά.
Τα έμβρυα που απομένουν υπάρχει η δυνατότητα να κρυοσυντηρηθούν.
Σε ορισμένες περιπτώσεις, είτε γιατί ο σύζυγος/σύντροφος δεν παράγει καθόλου σπέρμα και επομένως δεν υπάρχει καμία πιθανότητα επίτευξης εγκυμοσύνης με άλλη μέθοδο (ICSI, βιοψία όρχεως κ.λ.π.), είτε γιατί υπάρχει κάποια γενετική ανωμαλία η οποία είναι δυνατόν να μεταφερθεί στα παιδιά του, εάν γίνει χρήση του σπέρματός του, χρησιμοποιείται σπέρμα δότη από Τράπεζα Σπέρματος.
Η επιλογή του δότη από την τράπεζα σπέρματος γίνεται βάσει των φαινοτυπικών χαρακτηριστικών και τις ομάδες αίματος του ζευγαριού.
Παρένθετη Μητρότητα
Με τον όρο “παρένθετη μητρότητα” αναφερόμαστε στην περίπτωση όπου μια γυναίκα δέχεται να κυοφορήσει το παιδί μιας άλλης γυναίκας, η οποία είναι η βιολογική του μητέρα. Η βιολογική μητέρα επομένως προσφέρει το γενετικό της υλικό και η παρένθετη μητέρα δέχεται να “φιλοξενήσει” το έμβρυου μέχρι τη γέννηση του. Οφείλουμε να αναφέρουμε ότι σε καμία περίπτωση δεν γίνεται το ωάριο να ανήκει στην παρένθετη μητέρα.
Πρόκειται για μια πράξη προσφοράς που δίνει τη δυνατότητα σε γυναίκες που αδυνατούν να κυοφορήσουν λόγω ανατομικών κυρίως προβλημάτων στη μήτρα, να γίνουν μητέρες μέσω ενός τρίτου προσώπου. Πρόκειται για μία διαδικασία που ακολουθείται κυρίως όταν συντρέχουν ιατρικοί λόγοι και είναι απολύτως νόμιμη.
Ακολουθείται αρχικά εξωσωματική γονιμοποίηση με τα ωάρια και τα σπερματοζωάρια του ζευγαριού ή με δωρεά ωαρίου ή με δωρεά σπέρματος ή ακόμη και με δωρεά εμβρύου και στη συνέχεια τα γονιμοποιημένα έμβρυα μεταφέρονται στη μήτρα της παρένθετης μητέρας.
Ειδική δικαστική άδεια πρέπει να εκδοθεί πριν από τη διαδικασία της εμβρυομεταφοράς. Είναι απαραίτητη στην ακολουθούμενη διαδικασία καθώς κατοχυρώνει τα δικαιώματα των βιολογικών γονέων και προστατεύει εξίσου και την παρένθετη μητέρα.
Η παρένθετη μητέρα μπορεί να είναι είτε συγγενικό είτε φιλικό πρόσωπο ή ακόμα και άγνωστη στο ζευγάρι και καταβάλλεται αποζημίωση για όλη την διαδικασία η οποία καθορίζεται από το νόμο.